απόπιομα
Смотреть что такое "απόπιομα" в других словарях:
απόπιμα — απόπιμα, το και απόπιομα, το υπόλειμμα πιοτού στο ποτήρι, βιδάνιο: Στους μισομεθυσμένους ο ταβερνιάρης έδινε να πιουν κι αποπίματα … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
βιδάνιο — το (λ. ιταλ.) 1. το ποσοστό από τα κέρδη που παρακρατείται από τη χαρτοπαικτική λέσχη προς όφελός της. 2. το ποτό που μένει στον πάτο του ποτηριού, το απόπιομα … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)